Αυτή είναι η αρχή της ιστορίας του Τζακ.
Ουδεμία σχέση είχε ο Τζακ με τις συνονόματες διάσημες περσόνες των περασμένων ετών.
Ο Τζακ μεγάλωσε σε μια γυάλα. Στρογγυλή, ελαφρά γρατζουνισμένη και γεμάτη από πηχτό ροζ ζουμί. Υπήρχε πάντα κάποιος εκεί γύρω να τον προσέχει. Το πρόγραμμα διατροφής ήταν αυστηρό. Μία χούφτα μιζέριας το πρωί, μια χούφτα μίσος το μεσημέρι και μια τελευταία χούφτα εφιάλτες το βράδυ και την επόμενη μέρα ξανά απ'την αρχή.
Ο Τζακ ήταν γεμάτος τρύπες- υποδοχές για καλώδια τροφοδοσίας ρεύματος. Απ'την μέρα που τον φύτεψαν μέσα σε 'κείνη τη γυάλα έπρεπε να τον τροφοδοτούν με ρεύμα. Η καρδιά δε χτυπά χωρίς ρεύμα εδώ. Και οι άνθρωποι δεν είναι άνθρωποι πια. Η αγάπη και η στοργή που προσφέρει το μητρικό χέρι στο παιδί έχει αντικατασταθεί από αυτόματους πωλητές που μοιράζουν χάπια. Χάπια κατάθλιψης, πόνου, υστερίας, διαστροφής, μίσους, εγκατάλειψης, οργής και κάθε λογής ψυχασθένειας και αρρώστιας.
Ο ήλιος δεν μπορεί να φανεί στον ουρανό και τα μάτια έχουν να αντικρίσουν άλλο χρώμα εκτός του γκρίζου εδώ και χρόνια. Από τον ουρανό κατά καιρούς πέφτει στάχτη. Σαν χιόνι. Για βροχή ούτε λόγος. Το νερό είναι ελάχιστο και όσο έχει απομείνει φυλάσσεται στο κέντρο της πόλης. Αλλά υπάρχουν χάπια για την δίψα.
Ο Τζακ ήταν τοποθετημένος μαζί με τη γυάλα του σε ένα κομμάτι της πόλης που το ονόμαζαν "μπαταρία". Πολλοί έλεγαν ότι η "μπαταρία" ήταν το μέρος που τροφοδοτούσε την πόλη με ηλεκτρισμό, ότι οι άνθρωποι στις γυάλες ήταν η κινητήρια δύναμη της πόλης. Κανείς όμως δεν ήταν απόλυτα σίγουρος. Μόνο εικασίες μπορούσε να κάνει κανείς. Η αλήθεια ήταν κάτι που είχε χαθεί μαζί με το γαλάζιο του ουρανού.
Όλοι όσοι "ζούσαν" στην "μπαταρία" όταν έφταναν την ηλικία του 1,74 βολτ, έπρεπε να περάσουν από επιτροπή για να αποφασιστεί από τους ανώτερους ποια θα είναι η τύχη τους. Οι περισσότεροι θανατώνονταν στο κεντρικό προαύλιο της περιοχής. Τους άδειαζαν έξω από τη γυάλα βγάζοντάς τους τα βύσματα και αυτοί πέθαιναν σε δευτερόλεπτα από ανακοπή. Είπαμε, η καρδία εδώ δε χτυπάει χωρίς ρεύμα.
Ο Τζακ δε μπορούσε να καταλάβει πόσο καιρό ήταν στην γυάλα. Δεν ήξερε πότε θα έφτανε η ώρα της δικής του κρίσης. Δεν ήξερε να μετράει τις μέρες. Είχε δει πολλούς να πεθαίνουν. Με κάποιους είχε ανταλλάξει κλεφτά βλέμματα τις ώρες που οι επιτηρητές- οι υπεύθυνοι για την διατήρηση της τάξης στην περιοχή αυτή- δεν κοίταζαν.
Στην "μπαταρία" δε μπορεί κανείς να μιλά με κανέναν. Είναι αδύνατο εκ των πραγμάτων, αλλά απαγορεύεται ακόμα και να ανταλλάσσει κανείς βλέμματα με τον διπλανό του. Έτσι κι αλλιώς πλέον δεν υπάρχει ομιλούμενη γλώσσα. Το αλφάβητο καταργήθηκε. Ο μόνος τρόπος επικοινωνίας είναι μέσω νευρικών ώσεων και καταγραφή αυτών σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Η συνεννόηση γίνεται μέσω βιοαισθητήρων που λειτουργούν ηλεκτροφυσιολογικά.
Τα έμβια δεν έχουν όνομα πλέον. Αναγνωρίζονται από τα δεδομένα που παραλαμβάνονται μέσω του βύσματος στο χέρι τους. Όλοι είναι γεμάτοι βύσματα.
(συνεχίζεται...)
Ουδεμία σχέση είχε ο Τζακ με τις συνονόματες διάσημες περσόνες των περασμένων ετών.
Ο Τζακ μεγάλωσε σε μια γυάλα. Στρογγυλή, ελαφρά γρατζουνισμένη και γεμάτη από πηχτό ροζ ζουμί. Υπήρχε πάντα κάποιος εκεί γύρω να τον προσέχει. Το πρόγραμμα διατροφής ήταν αυστηρό. Μία χούφτα μιζέριας το πρωί, μια χούφτα μίσος το μεσημέρι και μια τελευταία χούφτα εφιάλτες το βράδυ και την επόμενη μέρα ξανά απ'την αρχή.
Ο Τζακ ήταν γεμάτος τρύπες- υποδοχές για καλώδια τροφοδοσίας ρεύματος. Απ'την μέρα που τον φύτεψαν μέσα σε 'κείνη τη γυάλα έπρεπε να τον τροφοδοτούν με ρεύμα. Η καρδιά δε χτυπά χωρίς ρεύμα εδώ. Και οι άνθρωποι δεν είναι άνθρωποι πια. Η αγάπη και η στοργή που προσφέρει το μητρικό χέρι στο παιδί έχει αντικατασταθεί από αυτόματους πωλητές που μοιράζουν χάπια. Χάπια κατάθλιψης, πόνου, υστερίας, διαστροφής, μίσους, εγκατάλειψης, οργής και κάθε λογής ψυχασθένειας και αρρώστιας.
Ο ήλιος δεν μπορεί να φανεί στον ουρανό και τα μάτια έχουν να αντικρίσουν άλλο χρώμα εκτός του γκρίζου εδώ και χρόνια. Από τον ουρανό κατά καιρούς πέφτει στάχτη. Σαν χιόνι. Για βροχή ούτε λόγος. Το νερό είναι ελάχιστο και όσο έχει απομείνει φυλάσσεται στο κέντρο της πόλης. Αλλά υπάρχουν χάπια για την δίψα.
Ο Τζακ ήταν τοποθετημένος μαζί με τη γυάλα του σε ένα κομμάτι της πόλης που το ονόμαζαν "μπαταρία". Πολλοί έλεγαν ότι η "μπαταρία" ήταν το μέρος που τροφοδοτούσε την πόλη με ηλεκτρισμό, ότι οι άνθρωποι στις γυάλες ήταν η κινητήρια δύναμη της πόλης. Κανείς όμως δεν ήταν απόλυτα σίγουρος. Μόνο εικασίες μπορούσε να κάνει κανείς. Η αλήθεια ήταν κάτι που είχε χαθεί μαζί με το γαλάζιο του ουρανού.
Όλοι όσοι "ζούσαν" στην "μπαταρία" όταν έφταναν την ηλικία του 1,74 βολτ, έπρεπε να περάσουν από επιτροπή για να αποφασιστεί από τους ανώτερους ποια θα είναι η τύχη τους. Οι περισσότεροι θανατώνονταν στο κεντρικό προαύλιο της περιοχής. Τους άδειαζαν έξω από τη γυάλα βγάζοντάς τους τα βύσματα και αυτοί πέθαιναν σε δευτερόλεπτα από ανακοπή. Είπαμε, η καρδία εδώ δε χτυπάει χωρίς ρεύμα.
Ο Τζακ δε μπορούσε να καταλάβει πόσο καιρό ήταν στην γυάλα. Δεν ήξερε πότε θα έφτανε η ώρα της δικής του κρίσης. Δεν ήξερε να μετράει τις μέρες. Είχε δει πολλούς να πεθαίνουν. Με κάποιους είχε ανταλλάξει κλεφτά βλέμματα τις ώρες που οι επιτηρητές- οι υπεύθυνοι για την διατήρηση της τάξης στην περιοχή αυτή- δεν κοίταζαν.
Στην "μπαταρία" δε μπορεί κανείς να μιλά με κανέναν. Είναι αδύνατο εκ των πραγμάτων, αλλά απαγορεύεται ακόμα και να ανταλλάσσει κανείς βλέμματα με τον διπλανό του. Έτσι κι αλλιώς πλέον δεν υπάρχει ομιλούμενη γλώσσα. Το αλφάβητο καταργήθηκε. Ο μόνος τρόπος επικοινωνίας είναι μέσω νευρικών ώσεων και καταγραφή αυτών σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Η συνεννόηση γίνεται μέσω βιοαισθητήρων που λειτουργούν ηλεκτροφυσιολογικά.
Τα έμβια δεν έχουν όνομα πλέον. Αναγνωρίζονται από τα δεδομένα που παραλαμβάνονται μέσω του βύσματος στο χέρι τους. Όλοι είναι γεμάτοι βύσματα.
(συνεχίζεται...)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου