Παρασκευή 31 Μαΐου 2013

Αντίγραφα.

Διαδρομές.

Πάνω - κάτω το δρόμο, το σπίτι, μέσα σε λεωφορεία, σε αυτοκίνητα, με τα πόδια.

Διαδρομές. 

Κατεστραμμένοι άνθρωποι που κινούνται μηχανικά. Αναπνέουν μηχανικά. 
Απαλλοτριωμένες ψυχές περιπλανιούνται εδώ και 'κει κουβαλώντας στην πλάτη αυτό που ονομάζουν "ζωή".

Όλοι, μηδενός εξαιρουμένου, είναι κατεστραμμένοι. Άλλοι λιγότερο, άλλοι περισσότερο. 

Στο φανάρι μια ετοιμοθάνατη περιμένει να διασχίσει το δρόμο. Έχει τα χέρια ανοιχτά και υψωμένα σα να επικαλείται μια ανώτερη δύναμη. Μάτια γεμάτα προσμονή για το αναπόφευκτο.

Στη γωνία ένα πρεζόνι ρουφάει τη δόση του. Τα μάτια κλείνουν καθώς εισπνέει τον θάνατο. Δευτερόλεπτα μετά, τα ανοίγει. Το βλέμμα του έχει το χρώμα της ηδονής. 

Στο αυτοκίνητο που περνάει δίπλα μου, ένα ζευγάρι. Καλοκαίρι, ανοιχτή οροφή, ξανθά μαλλιά να ανεμίζουν. Χέρια που εξέχουν από το πλάι και παίζουν με τον αέρα θέλοντας να πιάσουν μια χούφτα οξυγόνο. Δύο ζευγάρια μάτια γεμάτα ματαιοδοξία.

Παρακάτω, μια έγκυος. Περπατάει στο πεζοδρόμιο. Η κοιλιά της σχεδόν φτάνει ως το λαιμό. Μέσα της κολυμπάει ένας- ακόμη- άνθρωπος. Ένα δαχτυλίδι στο πρησμένο χέρι της αντικατοπτρίζει την ένδειξη παντοτινής αγάπης και αφοσίωσης. 

Σε έχω συναντήσει σε όλες τις πιθανές εκδοχές σου. Σε όλους τους δρόμους που περπάτησα. Κάθε βράδυ που σπαταλήθηκα. Σε κάθε απομεινάρι καπνού. Σε κάθε τίναγμα τσιγάρου. Σε κάθε ανάσα και σε κάθε φόβο. Μέσα σε θολά βλέμματα και μεθυσμένους διαλόγους. Σε όλα τα αμήχανα γέλια των ανθρώπων και τις τυπικές χειραψίες για "καληνύχτα". Στα τσαλακωμένα σεντόνια και σε κάθε οργασμό. 

Όλες οι πιθανές σου εκδοχές με απογοήτευσαν και γνωρίζω καλά ότι το πρωτότυπο δε το κατέκτησα ποτέ.

Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

Μισανθρωπισμός μιας Τετάρτης.

Μια έξοδο. 
Άλλοι στην Αττική οδό, άλλοι μια έξοδο διαφυγής, από τη ζωή, την ρουτίνα, την χώρα. 
Γενικά. 
Μια έξοδο.
Λέγεται ότι οι πόρτες λειτουργούν ως εξής: τις τραβάς ή τις σπρώχνεις- αυτό το γνωστό "έλξατε- ωθήσατε" που οι περισσότεροι το καταλαβαίνουν καλύτερα αν είναι γραμμένο στα Αγγλικά- και κυριαρχεί το πιστεύω ότι "μπορείς να ανοίξεις όποια πόρτα θες" και όχι το τετριμμένο και αν μη τι άλλο μελοδραματικό "όταν μια πόρτα κλείνει, μια άλλη ανοίγει". 

Οι πόρτες όμως μπορεί να θεωρηθούν και ένα είδος επιλογής. "Δε θα πάω από 'δω, αλλά από 'κει". 

Πάντα είχα την ανάγκη να νιώθω ένοχη. Για ό,τι γινόταν και δε με "βόλευε", δε μου άρεσε, δε μου "έκανε". Είναι εκείνες οι στιγμές που αναρωτιέμαι "γιατί αυτό έγινε έτσι;" και "γιατί δεν έγινε αλλιώς;". 

Ο ακρογωνιαίος λίθος που στηρίζει την υπόσταση της ενοχής είναι αυτό το "γιατί". Ξεκινάω την ερώτηση με ένα ερωτηματικό μόριο και απαντάω με έναν αιτιολογικό σύνδεσμο. Ίδιο. Το ένα και το αυτό. Το πολυπόθητο. "Γιατί".

Η ενοχή με την σειρά της, μπορεί να θεωρηθεί σε φυσιολογικά πλαίσια ως ένα κοινό χαρακτηριστικό των ανθρώπων που τους κάνει να είναι... άνθρωποι. Ένας άνθρωπος χωρίς ενοχές θεωρείται ψυχάκι (να και μια γενικότητα!).

Σε τι βαθμό όμως νιώθει ενοχή ένας μέσος άνθρωπος; (στοχαστική ερώτηση, βασανιστείτε)

Η ενοχή όμως έχει και θετικά στοιχεία (αν μη τι άλλο). Ωστόσο, κανείς μας δε θέλει να νιώθει ένοχος γιατί αυτόματα θεωρεί τον εαυτό του δακτυλοδεικτούμενο. 
Δε ξέρω ποιο είναι χειρότερο: ένα δάχτυλο που σε δείχνει μέσα σε ένα πλήθος κόσμου που είναι στραμμένο πάνω σου ή ένα πλήθος κόσμου από μόνο του; 

Υπήρξα ανέκαθεν αγοραφοβική και η κοινωνικότητα είναι ένα ουσιαστικό που δε μπορεί να με προσδιορίσει- γιατί δεν είναι επίθετο (κάπτεν όμπβιους).

Αλλά επειδή το κούρασα, ας γυρίσω στο ζητούμενο.

Πόρτες και έξοδοι- ναι, από εκεί ξεκινήσαμε.

Τελευταία βλέπω παντού εξόδους (όπως ο Τάκης που έβλεπε κύκλους). 
Διεξόδους δε βλέπω. 
Μολονότι τις αναζητάω καθημερινά. Βλέπω πόρτες που ανοιγοκλείνουν αλλά είναι πόρτες που δε συμπαθώ και δε θέλω να διαβώ. 
Μου μοιάζουν περισσότερο για συμπληγάδες και παρά το γεγονός ότι οι αργοναύτες ήταν τυχεροί και τις πέρασαν, βγαίνοντας σχεδόν αλώβητοι, εγώ δε παύω να τις φοβάμαι, όπως και τους λωτούς που νομίζω ότι αν φάω έναν θα ξεχάσω τα πάντα.

Βλέπω βιαστικούς ανθρώπους να τρέχουν στο μετρό να προλάβουν τον συρμό. Οι πόρτες κλείνουν και κάποιοι που δε προλαβαίνουν, δυσανασχετούν. Έντονα. Σκέφτομαι τότε πόσες φορές έχω πει είτε από μέσα μου είτε απ' έξω μου "όχι ρε πούστη μου" για κάθε συρμό που δε πρόλαβα.

Αν το καλοσκεφτείς και κάνεις έναν παραλληλισμό με τις χαμένες ευκαιρίες και τις πόρτες που ποτέ δε θέλησες να ανοίξεις γιατί πίστευες ότι θα έκρυβαν από πίσω από το κόκκινο πέπλο τους- ναι, έτσι φαντάζομαι αυτές τις πόρτες/ευκαιρίες- το ζόνγκ, τότε μπορείς πολύ εύκολα και σχεδόν αβίαστα να καταλάβεις ότι το στραβωμουτσούνιασμα των ανθρώπων που χάνουν τον συρμό δεν προέρχεται από την αναγκαστική υπομονή των 3 λεπτών που πρέπει να επιδείξουν μέχρι να έρθει να τους μαζέψει ο επόμενος συρμός, αλλά από την ατέρμονη επιμονή της ανθρώπινης φύσης να απαρνιέται την αποτυχία. 
(Κάθε άνθρωπος που σέβεται τον εαυτό του, χαίρεται έστω και στο ελάχιστο με την αποτυχία των άλλων για να ικανοποιήσει τις δικές του ορέξεις).
Πόσες φορές δεν έχεις δει αυτούς τους χαιρέκακους να σε χαιρετάνε με το μειδίαμα μιας μοντέρνας Μόνα Λίζα μέσα από τα χαρακωμένα τζάμια του μετρό και νιώθεις ότι σου φωνάζουν "αποτυχημένεεεεεεεε" ή "πάρ' τ' αρχίδια μου τώρα μαλάκα";

Δε ξέρω πώς να το κλείσω αυτό και νομίζω ότι πρέπει. 
Θα το κλείσω έτσι λοιπόν, με αυθαίρετο τρόπο γιατί σε τελική ανάλυση δε με πολυνοιάζει αν θα βγάλετε νόημα από τα παραπάνω.

Έχω σφήκες στο μπαλκόνι, μπάτσοι- γουρούνια- δολοφόνοι.

Υ.Γ.: Να ακούτε power electronics όταν είστε σκατά. Δε θα σας βοηθήσει να νιώσετε καλύτερα, αλλά το ζητούμενο δεν είναι να ζητάτε βοήθεια από τους άλλους, μα να θέλετε να βοηθήσετε την πάρτη σας αγαπητοί μου. 
Ένα βήμα την φορά (μπροστά) και μισό βήμα (πίσω) την επόμενη.

Power misanthropics.