Κυριακή 11 Μαρτίου 2012

«Εσύ δε θα ψήνεσαι, αυτή δε θα ξέρει, εσύ θα ξενερώνεις…»




Δεν έχω καπνό. Δεν έχω φιλτράκια γιατί μου τα καβάτζωσες.

Πήρα το μετρό. Κατέβηκα Νέο Κόσμο. Πήγα στις εργατικές. Μετά σε σκέφτηκα. Είχα την μηχανή μαζί. Τράβηξα φωτογραφίες. Έβρισα ένα πιτσιρίκι που δεν έκανε πιο πέρα και μου έσπασε τα νεύρα. Βρήκα κάτι περιστέρια να μαλώνουν για το ποιο θα πρωτοφάει το ξεροκόμματο που ήταν στο πλακάκι της πλατείας. Τα τράβηξα και αυτά αλλά δε μου άρεσε η εικόνα.

Πιο πέρα, βρήκα το μεγάλο κουβάρι στον τοίχο. Μετά ένας γάτος περνούσε το δρόμο σχετικά βιαστικός. (Όλοι γαμώ την αγανάκτηση είναι βιαστικοί. Ακόμα και οι γάτοι.) Τον τράβηξα και αυτόν. Πάλι δε μ’ άρεσε. Μετά θυμήθηκα μια φωτογραφία ενός γερμανού με ένα κτήριο. Βρήκα το πιο ψηλό και τον μιμήθηκα. Ήταν καλή. Έτσι μου είπαν.

Ξέρεις, σε σκέφτηκα σήμερα. Ασπρόμαυρη φωτογραφία. Εσύ στο δωμάτιο. Γυρισμένη πλάτη και το φως να πέφτει πίσω σου. Δε ξέρω πότε θα σε βγάλω. Αλλά παίζει να είναι από τις καλύτερες φωτογραφίες που θα τραβήξω.

Τελευταία έχω κολλήσει με δύο λέξεις. Το «ωστόσο» και το «ενδέχεται». Όταν ξαφνιάζομαι λέω «ώπα το».

Τις προάλλες είδα χρώματα. Δε ξέρω. Ήταν πολύ περίεργο. Σου ζήτησα νερό. Όχι, δε φταίει ο λαβύρινθος.

Πότε θα σε φωτογραφίσω;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου